Ζ. Μακρυπούλια: “Έχω ζήσει πολλά χρόνια, με πολύ λίγα χρήματα”

Η Ζέτα Μακρυπούλια είναι ένα από τα πολυσυζητημένα πρόσωπα της ελληνικής τηλεόραση ς και όχι μόνο. Πλέον έχει εμπλακεί και στο χώρο της μόδας παρουσιάζοντας την πρώτη της συλλογή ρούχων, Zeta Makripoulia for Raxevsky. Επιτυχημένη, λαμπερή και πολύ ευτυχισμένη μιλά στο κυπριακό περιοδικό «Omikron» για τη μόδα, το θέατρο, την τηλεόραση, τις ψυχολογικές της μεταπτώσεις, τους φίλους της, τα χρήματα, τις δύσκολες περιόδους που έχει ζήσει, την ισορροπημένη προσωπική ζωή που βιώνει τα τελευταία χρόνια.

Εσύ προσέχεις τι θα φορέσεις, ακόμη και όταν βγαίνεις για να αγοράσεις μία εφημερίδα από το περίπτερο της γειτονιάς σου;
Δεν είμαι τόσο πωρωμένη με τη μόδα. Κάποιες στιγμές βέβαια, ανάλογα και με τη διάθεσή μου, θέλω να προσέξω ακόμη και την τελευταία λεπτομέρεια επάνω μου. Άλλες φορές όμως, είμαι πολύ απλή. Γι’ αυτό και η ιδέα της συλλογής έχει να κάνει με ρούχα που μπορούν να συνδυαστούν όλες τις ώρες και με κάθε διάθεση.

Μ’ αυτή την κίνηση «εξαργυρώνεις» τ’ όνομα που δημιούργησες τα τελευταία χρόνια; Ίσως και λόγω της ανασφάλειας που εμπεριέχει η φύση της δουλειάς σου στο θέατρο και στην τηλεόραση;
Όχι, δεν το έκανα από ανασφάλεια ούτε σκέφτηκα ότι «εξαργυρώνω» το όποιο «όνομά» μου. Ήταν μία καθαρά προσωπική ανάγκη, για κάτι καινούριο που μ’ είχε ιντριγκάρει. Εξάλλου, πάντα, σε οτιδήποτε κάνω, έχω μία φοβία για το αν θα πάει καλά -είτε είναι παράσταση, είτε ταινία, είτε εκπομπή. Το ίδιο και τώρα μ’ αυτή την κίνηση στο χώρο της μόδας.

Πώς θα είναι το φετινό σου καλοκαίρι;
Θα είναι ένα ωραίο! Θα κάνουμε περιοδεία με την παράσταση «Τα Βαφτίσια», του Νίκου Μουτσινά και της Τζένης Διαγούπη, που πήγε ήδη πάρα πολύ καλά το χειμώνα, που μας πέρασε στην Αθήνα. Υπάρχει μία αντικατάσταση του Αργύρη Αγγέλου, στη θέση του οποίου θα είναι και πάλι ο Θανάσης Αλευράς, ενώ οι υπόλοιποι είμαστε ίδιοι και θα πάμε σε διάφορα μέρη. Θα κάνουμε γύρω στις 35 παραστάσεις σε όλη την Ελλάδα. Από εκεί και πέρα, γίνονται ήδη κάποιες πρόβες και συναντήσεις για το χειμώνα, για το «Μερικοί το Προτιμούν Καυτό». Σ’ αυτή την παράσταση μέχρι τώρα, ξέρω πως θα παίζουν ο Θοδωρής Αθερίδης και ο Γιάννης Ζουγανέλης, ενώ η σκηνοθεσία θα είναι του Σταμάτη Φασουλή. Και εύχομαι να πάνε όλα καλά.

Καταλαβαίνεις βέβαια ότι πολλοί θα είναι εκείνοι που θα μπουν στη διαδικασία να σε συγκρίνουν με την ηθοποιό που πρώτη υποδύθηκε τον συγκεκριμένο ρόλο, τη Μέριλιν Μονρόε…
Εγώ, πάντως, δεν θα μπω. Και δεν είναι η πρώτη φορά που θα συμβεί αυτό. Όποτε έχω να υπηρετήσω κάποιο ρόλο, ο οποίος έχει παιχτεί και παλαιότερα από κάποια καταξιωμένη ηθοποιό, δεν σκέφτομαι τι έχει προηγηθεί. Αλλιώς το μόνο που θα καταφέρω είναι να αγχωθώ. Αποφασίζω πάντα να μην τα αναλογίζομαι όλα αυτά και τον κάθε ρόλο τον αντιμετωπίζω σαν κάτι εντελώς καινούριο. Με τη βοήθεια κιόλας του σκηνοθέτη, που στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι ο Σταμάτης Φασούλης, οπότε όπως καταλαβαίνεις αφήνομαι άφοβα στα χέρια του. Δημιουργώ, δηλαδή, ένα ρόλο από το μηδέν!

Αντιλαμβάνεσαι, όμως, ότι μιλάμε για τη Μέριλιν Μονρόε…
Επειδή, λοιπόν, κατανοώ ότι μιλάμε για ένα μύθο, μπορώ επίσης να καταλάβω ότι πολλοί θα μπουν στη διαδικασία της σύγκρισης αλλά και στο να με ρωτάνε αν έχω αγωνία γι’ αυτό που πάω να κάνω. Αυτό που μπορώ επομένως να απαντήσω, σ’ αυτό που με ρωτάς κι εσύ, είναι ότι οι ρόλοι, για να υπάρχουν στο χρόνο, παίζονται από πολλούς ανθρώπους -δεν μένουν μόνο σε ένα πρόσωπο. Σίγουρα έχει αφήσει τη σφραγίδα της στο συγκεκριμένο ρόλο η Μέριλιν, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ένα έργο, για να μαθευτεί και να περάσει από δεκαετία σε δεκαετία, δεν θα πρέπει να έχει περάσει κι από άλλους. Συμβαίνει πολύ συχνά αυτό.

Η πιο δύσκολη περίοδος της ζωής σου ποια θεωρείς ότι ήταν;
Θα σου έλεγα πως γενικά είναι οι στιγμές που πέφτω ψυχολογικά…

Σου συμβαίνει συχνά αυτό;
Όχι πολύ, όμως συμβαίνει. Έχω διάφορες ψυχολογικές μεταπτώσεις ανά περιόδους, αλλά αρχίζω πια και το ελέγχω γιατί μπορώ πλέον να καταλάβω τι συμβαίνει μέσα στο κεφάλι μου, τι μηχανισμοί διεγείρονται τη συγκεκριμένη στιγμή. Έχω δε παρατηρήσει ότι πολλές φορές δημιουργώ σενάρια και πέφτω ψυχολογικά και από μόνη μου – ενώ δεν μου φταίει κανείς. Το δουλεύω πια. Αλλά, γενικά, όταν πέφτω ψυχολογικά, δεν μου αρέσει. Έχω περάσει τέτοιες φάσεις στη ζωή μου, οι οποίες κράτησαν αρκετά μεγάλα χρονικά διαστήματα, για λόγους προσωπικούς αλλά και επαγγελματικούς. Έχω περάσει περιόδους και χρονιές στη ζωή μου, που δεν ήταν όλα στρωμένα με ροδοπέταλα…

Απομονώνεσαι σε τέτοιες περιόδους;
Γενικά, όπως ξέρεις, δεν κάνω έξαλλη ζωή. Αν εξαιρέσεις μία περίοδο της ζωής μου που έβγαινα πάρα πολύ -χωρίς, όμως, να το μαθαίνει κανείς – ζω πάρα πολύ ήρεμα και με συγκεκριμένους ανθρώπους. Δεν μπορώ, δηλαδή, να δεθώ ούτε να μοιραστώ τα πάντα με τον οποιονδήποτε. Έχω πάρα πολλούς γνωστούς, αλλά οι άνθρωποι που επιλέγω για να βγω μαζί τους ή για να πάω μαζί τους διακοπές είναι πολύ συγκεκριμένοι – και είναι οι φίλοι μου. Όταν, λοιπόν, δεν είμαι καλά ψυχολογικά, δεν απομονώνομαι. Τους φίλους μου τους θέλω πάντα μαζί μου.

Θα μπορούσες να ζήσεις με τον βασικό μηνιαίο μισθό των 586 ευρώ, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί πια στην Ελλάδα;
Έχω ζήσει πολλά χρόνια, με πολύ λίγα χρήματα. Ο καθένας, βέβαια, διαμορφώνει στην πορεία τις ανάγκες του, ανάλογα και με το πόσα χρήματα μπορεί να βγάλει. Όταν, λοιπόν, τα χρήματά σου πέφτουν, διαμορφώνεις τις ανάγκες σου στα νέα δεδομένα. Κοίτα, δεν προέρχομαι από μία ευκατάστατη οικογένεια. Και έχω δουλέψει πάρα μα πάρα πολύ για να μπορέσω να κερδίσω κάποια χρήματα και να καταφέρω να αγοράσω αυτό το ένα σπίτι που έχω σήμερα. Είμαι εντελώς αυτοδημιούργητη, δεν είχα κάποιο οικογενειακό ισχυρό οικονομικό background. Για μία περίοδο μάλιστα ήταν πολύ μετρημένα τα χρήματά μου – αλλά δεν το καταλάβαινε κανείς. Κι αυτό είναι το περίεργο με μένα. Επειδή δε, έχω ένα θέμα με την αξιοπρέπεια, όπως δεν καταλαβαίνεις πότε δεν είμαι καλά ψυχολογικά, έτσι δεν καταλαβαίνεις και πότε δεν είμαι καλά οικονομικά. Θυμάμαι επίσης ότι με τις δύο κολλητές μου βγαίναμε, μία περίοδο της ζωής μας, σχεδόν κάθε βράδυ, καμία όμως από τις τρεις μας -αν και δουλεύαμε και οι τρεις- δεν είχε πολλά χρήματα μαζί της. Το πώς τα καταφέρναμε δεν μπορώ να καταλάβω. Και ήμασταν και περήφανες -δεν είναι ότι βγαίναμε και μας κερνούσαν. Τώρα πώς γινόταν, τι κάρτες χρεώναμε, ένας Θεός ξέρει (γελά). Και τότε έκανα μόνο ραδιόφωνο και τα χρήματα ήταν ούτως ή άλλως πολύ λίγα.

Περισσότερα στο Omikron που κυκλοφορεί

Read More

And More