Γιάννης Τσιμιτσέλης: Ο ρόλος που τον άγχωσε όσο κανένας άλλος

Τα επαγγελματικά του σχέδια εξελίσσονται άψογα, αφού τον απολαμβάνουμε στους δέκτες μας στην καθημερινή σειρά του Alpha, ”Έλα στη θέση μου”. Ο Γιάννης Τσιμιτσέλης είναι ο επιτυχημένος ηθοποιός που έχει κλέψει τις καρδιές των Ελλήνων και ένα στοργικός σύζυγος και πατέρας που δεν λείπει ποτέ από το πλευρό της γυναίκας του, Βάσως Λασκαράκη.

Ο ίδιος παραχώρησε μια αποκαλυπτική συνέντευξη στο περιοδικό People και τον Γιώργο Πράτανο, αποκαλύπτοντας μυστικά που δεν γνωρίζαμε μέχρι στιγμής. Ο Γιάννης Τσιμιτσέλης μιλάει για τα επαγγελματικά του, τον εγωισμό και τον ρόλο που τον άγχωσε όσο κανένας άλλος και σήμερα θα ερμήνευε καλύτερα.

Στις γιορτές έπεσα σε μια επανάληψη του Τι Ψυχή θα Παραδώσεις, Μωρή;, με εσένα να παίζεις τον έφηβο γιο της Χρύσας Ρώπα. Τι όνειρα είχε εκείνο το 18χρονο αγόρι και πόσο κοντά έχει φτάσει στην εκπλήρωσή τους δεκαεπτά χρόνια μετά;
Εκείνο το αγόρι τότε είχε μια άγνοια, δεν είχε πραγματική συναίσθηση του τι υπάρχει γύρω του και δεν έκανε ιδιαίτερα όνειρα. Περνούσε ευχάριστα γιατί έκανε κάτι που του άρεσε. Σε εμένα συνέβη αυτό που περιγράφει το «τρώγοντας έρχεται η όρεξη». Άρχισα σταδιακά να επιζητώ συνεχώς νέα πράγματα, νέες συνεργασίες, να δουλεύω με περισσότερο κόσμο, να κάνω δουλειές που με ικανοποιούν, που περνάω καλά, να ανακαλύπτω πράγματα και να ψάχνω να βρω τα πατήματά μου και ταυτόχρονα να βλέπω προς τα πού με οδηγούν, πώς αξιοποιώ την κάθε ευκαιρία που μου δίνεται. Όλη αυτή η εκμάθηση δεν σταματάει ποτέ και αυτό είναι ένα θετικό που έχει ο χώρος της υποκριτικής. Αλλάζεις εικόνες, παραστάσεις, περιβάλλον από δουλειά σε δουλειά. Αυτό είναι ανανεωτικό.

Άρα, θα μπορούσε κανείς να πει πως σε γενικές γραμμές είσαι ευτυχισμένος στη ζωή σου, από τη στιγμή που βιοπορίζεσαι κάνοντας αυτό που αγαπάς.
Φυσικά. Θα ήταν μεγάλη απληστία και αγνωμοσύνη από μέρους μου προς το χώρο, την τύχη, τον Θεό και πιθανότατα την όποια ικανότητά μου, όταν μου έχει προσφέρει τόσα πολλά. Κάνω το επάγγελμα που μου αρέσει να κάνω και έχω συνεχώς το ζητούμενο, που είναι δουλειά.

Είναι μεγάλο κατόρθωμα το γεγονός πως έχεις συνεχώς δουλειά, αν λάβουμε υπόψη το δυστοπικό οικονομικό περιβάλλον της χώρας. Εκτός του ταλέντου –προφανώς αν απουσίαζε δεν θα είχες και τόσες προτάσεις–, ποια είναι εκείνα τα στοιχεία που διαθέτεις και σε ζητούν οι σεναριογράφοι, οι σκηνοθέτες και οι παραγωγοί;
Οτιδήποτε θετικό κι αν έλεγα για τον εαυτό μου θα φαινόταν κάπως ναρκισσιστικό. Αυτό που μπορώ να παραδεχτώ για εμένα, γιατί το επιδιώκω, είναι πως δουλεύω πολύ και πως μπορώ εύκολα να συνεργάζομαι. Θεωρώ πως η αντίληψή μου με έχει βοηθήσει όλα αυτά τα χρόνια να μπορώ να αξιολογώ, να προσαρμόζομαι, να βρίσκω λύσεις και να ξέρω πού πατάω και τι κάνω.
Κάθε σεναριογράφος ή σκηνοθέτης μπορεί να κάνει μια επιλογή από όσα βλέπει πάνω μου, γιατί όλα αυτά είναι υποκειμενικά. Μπορεί κάποιος να με επιλέγει γιατί είμαι καλός στη συνεργασία, μπορεί να πιστεύει πως θα «του τα φέρω» ή για κάποιον να είμαι μονόδρομος ως πρόσωπο ή φιζίκ, μπορεί επίσης να είμαι ο κατάλληλος άνθρωπος τη δεδομένη χρονική στιγμή. Πέρα από αυτά, το γεγονός πως δουλεύω συνεχώς με ανθρώπους πάνω από μια φορά, που σημαίνει πως κάτι έκανα καλά την προηγούμενη φορά, είναι σημαντικό.

Το ταλέντο από μόνο του δεν αρκεί…
Το ταλέντο είναι σχετικό. Δεν είναι μονοδιάστατο και δεν αναφέρεται μόνο στην υποκριτική δεινότητα του ηθοποιού. Θεωρώ πως το ταλέντο έχει πολλές πλευρές. Έχει να κάνει με τη διαχείριση, τον επαγγελματισμό, τη συμπεριφορά επίσης. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που συνθέτουν το πακέτο. Δεν θεωρώ τον εαυτό μου τον καλύτερο ηθοποιό που έχει περάσει από την Ελλάδα, μαθαίνω και προσπαθώ όσο το δυνατόν περισσότερο μπορώ. Φροντίζω να είμαι συνεπής και σε άλλους τομείς πέραν της υποκριτικής. Ο επαγγελματισμός, η καλή διαγωγή, η συνέπεια είναι σημαντικοί παράγοντες, όπως και η δοτικότητα. Να μη σε απασχολεί μόνο αυτό που κάνεις δηλαδή.



Και ο εγωισμός;

Σκέψου μια ποδοσφαιρική ομάδα, για παράδειγμα. Θα πρέπει όλοι οι παίκτες να συνεργαστούν σωστά, για να φτάσει η μπάλα στον επιθετικό και να σκοράρει. Δεν μπορεί να βάλει μόνος του γκολ, αν πριν δεν πάρει πάσα. Όπως επίσης μπορεί και ο επιθετικός να δώσει πάσα και να βάλει το γκολ ένας συμπαίκτης του, που βρίσκεται σε καλύτερη θέση από εκείνον. Αυτό συμβαίνει και με την υποκριτική. Ενώ φαίνεται ατομική υπόθεση, επί της ουσίας είναι ομαδική η προσπάθεια. Εκτός κι αν θες να ανεβάσεις ένα μονόλογο, που εκεί είναι ένα ορόσημο της καριέρας σου, αφού αποδεικνύεις πως μπορείς να κρατήσεις το ενδιαφέρον του κοινού. Αλλά σε μια πρόζα ή ένα μιούζικαλ, όπου εμπλέκονται πολλοί συντελεστές, απαιτείται να είναι όλο τόσο καλά κουρδισμένο που η κάθε παραφωνία χαλάει όλη τη μαγιά. Μετά από χρόνια στη δουλειά, ξέρω πως το γέλιο και το χειροκρότημα είναι το ανταποδοτικό όφελος. Μπορεί σε μια παράσταση ο κόσμος να γελάει, αλλά η παράσταση να μην είναι καλή. Θεωρώ πως είναι καλύτερο να γελάσει το κοινό τριάντα φορές, σύμφωνα πάντα με τη δομή του έργου, παρά πενήντα και άναρχα, από τις οποίες οι είκοσι πέντε θα είναι εκβιαστικά.

Αναμφισβήτητα, όμως, το επάγγελμα του ηθοποιού περιέχει και μπόλικο εγωισμό. Πώς ισορροπείς ανάμεσα στον εγωισμό και την ομαδική δουλειά;

Αρκεί να σκεφτείς πως μέσα από την επιτυχημένη ομαδική δουλειά ικανοποιείται και ο εγωισμός. Δεν με απασχολεί να κάνω μια δουλειά, να πουν «ο Τσιμιτσέλης ήταν καλός» και η δουλειά να πάει άπατη. Ο καθένας παίρνει το μερίδιο ευθύνης που του αναλογεί. Θα καρπωθεί την επιτυχία ή θα χρεωθεί την αποτυχία και ο καθένας τρώει το κομμάτι της πίτας που του αναλογεί. Εγώ δεν είμαι από εκείνους που θα φάει κομμάτι άλλου. Θα προσπαθήσω να φάω όλο το δικό μου, και αν περισσέψει, θα δώσω και με πολύ μεγάλη χαρά.

Αυτό είναι έμφυτο ή το έμαθες στη δουλειά;
Δεν ξέρω, το ένα έφερε το άλλο. Ανδρώθηκα μέσα σε αυτό, η κοινωνικοποίησή μου στην εφηβεία ήρθε μέσα από το θέατρο και από τη δουλειά, οπότε είναι συνυφασμένα, δεν μπορώ να τα ξεχωρίσω. Σίγουρα υπήρχαν στοιχεία του χαρακτήρα μου που με πήγαιναν προς τα εκεί. Αλλά γνώρισα και τους κατάλληλους ανθρώπους, που βοήθησαν να εξελιχτώ στο συγκεκριμένο κομμάτι και να διαμορφώσω ένα συγκεκριμένο χαρακτήρα. Δεν μπορείς να το κάνεις μόνος σου αυτό, έχει να κάνει και με τις παρέες.

Ποιος είναι εκείνος ο ρόλος που σε έχει αγχώσει περισσότερο από κάθε άλλον;
Θα θυμάμαι πάντα πόσο δυσκολεύτηκα να αντικαταστήσω τον Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο στην παράσταση Τα Μωρά τα Φέρνει ο Πελαργός. Ο Οδυσσέας ήταν εξαιρετικός, ήταν υποψήφιος, νομίζω, για το βραβείο Δημήτρης Χορν και τιμήθηκε ως νέος δημιουργός για την ερμηνεία του. Εγώ τότε έκανα τα πρώτα μου βήματα και αισθανόμουν πως έχω πάρει μια τεράστια ευθύνη και μια βαριά κληρονομιά από τον Οδυσσέα. Σε αυτή τη μαύρη κωμωδία ήταν ο μοναδικός δραματικός ρόλος. Και βάσει ιδιοσυγκρασίας, και εκ του αποτελέσματος βάσει των δουλειών που έχω κάνει, καταλαβαίνεις πως αυτό με έπνιγε. Είχα να αναμετρηθώ με πολλά. Εκείνος ο ρόλος ήταν κάτι πολύ μακριά από εμένα και τη δεδομένη στιγμή θεωρώ πως ο εγκέφαλός μου ήταν λίγο ανώριμος. Θεωρώ πως αν το έκανα τώρα θα τον απέδιδα πολύ καλύτερα.

Διάβασε όλη τη συνέντευξη στο People που κυκλοφορεί

Κράτα το

Read More

And More