«Lion»: Η αληθινή ιστορία που συγκίνησε τον κόσμο!

Ο Γκαρθ Ντέιβις σκηνοθετεί τους Ντεβ Πατέλ, τη βραβευμένη με Όσκαρ Νικόλ Κίντμαν και την υποψήφια για Όσκαρ Ρούνι Μάρα σε μια συγκλονιστική ιστορία που θα σας συγκινήσει.

Ο 5χρονος Σαρού χάνεται σ’ ένα τρένο, που τον μεταφέρει ανατολικά, χιλιάδες μίλια μακριά από το σπίτι του και την οικογένειά του. Σαστισμένος και αρκετά φοβισμένος, βρίσκεται ολομόναχος στην πολύβουη και χαοτική Καλκούτα. Καταφέρνει να επιβιώσει, ζώντας στους δρόμους της μεγαλούπολης και αντιμετωπίζοντας κάθε είδους καθημερινά προβλήματα και δυσκολίες, πριν καταλήξει στο τρόπος του λέγειν «ασφαλές» καταφύγιο ενός ορφανοτροφείου. Από εκεί, θα βρεθεί στο σπιτικό ενός ζευγαριού Αυστραλών, οι οποίοι θα τον υιοθετήσουν και θα του προσφέρουν αγάπη και ασφάλεια, στο Χόμπαρτ της Τασμανίας, όπου και μεγαλώνει.

Μη θέλοντας να πληγώσει τα αισθήματα των θετών γονέων του, κρατάει κρυφό από όλους το παρελθόν του και καταπιέζει την έντονη συναισθηματική του ανάγκη για επανένωση με τους δικούς του, καθώς επίσης και την ελπίδα του να βρεθεί και πάλι μαζί με τη μητέρα του και τον αδελφό του. Όμως, μία τυχαία συνάντησή του με Ινδούς αφυπνίζει την απωθημένη και ξεχασμένη αυτή λαχτάρα του. Με ελάχιστες μνήμες, και με τη συνδρομή της νέας τεχνολογίας που ονομάζεται Google Earth, ο Σαρού θα ξεκινήσει μία από τις μεγαλύτερες αναζητήσεις της σύγχρονης εποχής, ψάχνοντας «ψύλλους στ’ άχυρα».

Για πόσο μπορείς να ψάχνεις;

Το βιβλίο αφηγείται μία εκπληκτική και, ταυτόχρονα, αληθινή ιστορία, ικανή να συγκινήσει εκατομμύρια αναγνώστες σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Αυτή είναι η πραγματική του δύναμη, την οποία αντιλήφθηκαν αμέσως οι έμπειροι Εμίλ Σέρμαν και Ίαν Κάνινγκ. Έχοντας στο ενεργητικό τους δημοφιλείς παραγωγές όπως ο θριαμβευτής των Όσκαρ® «Λόγος του Βασιλιά» (2010) και το θαυμάσιο «Shame» (2011) του Στιβ Μακ Κουίν, με τον βραβευμένο με Όσκαρ® Μάικλ Φασμπέντερ, έσπευσαν να κλείσουν τα δικαιώματα του βιβλίου.

«Είναι ένα από εκείνα τα βιβλία που είναι πρακτικά αδύνατο να μην συγκινήσει και να μην σε κάνει να μιλάς συνέχεια γι’ αυτό. Πρόκειται για μία απίστευτη ιστορία, που σε διαπερνά και σε συγκλονίζει. Ξυπνά μέσα μας πρωταρχικής σπουδαιότητας συναισθήματα και μας κάνει να νιώθουμε άνθρωποι: τη ζωτική ανάγκη να βρεις σπίτι και την επίσης ζωτική ανάγκη να ξέρεις ποιος είσαι», λέει ο παραγωγός Εμίλ Σέρμαν.

Μαζί με τον Ίαν Κάνινγκ προσέγγισαν τον Γκαρθ Ντέιβις, που βρισκόταν στο φεστιβάλ κινηματογράφου του Σάντανς, με σκοπό να προωθήσει «Το Μυστικό της Λίμνης», την τηλεοπτική σειρά που είχε μόλις ολοκληρώσει, σε συνεργασία με την Τζέιν Κάμπιον. Είχαν ενθουσιαστεί από την ποιότητα της δουλειάς του (αργότερα, οι δύο σκηνοθέτες προτάθηκαν για βραβείο Emmy), και του έδωσαν την ευκαιρία να σκηνοθετήσει το «Lion».

«Αισθανθήκαμε ότι ο Γκαρθ –αν και δεν είχε ακόμη κάνει μια μεγάλου μήκους ταινία– θα ήταν ο σωστός σκηνοθέτης. Είναι απίστευτα κινηματογραφικός και έχει την ικανότητα να δημιουργεί εκπληκτικές σκηνές και εικόνες. Και ξέρει, επίσης, πώς να παίρνει από τους ηθοποιούς του τον καλύτερο εαυτό τους. Δημιουργεί οικειότητα μαζί τους και τους αποσπά τις καλύτερες ερμηνείες», λέει ο Σέρμαν.

Αποφασισμένος να αξιοποιήσει την αλήθεια της ιστορίας, ο Ντέιβις ταξίδεψε στην Ινδία, όπου πέρασε αρκετό καιρό τόσο στην Καλκούτα, όσο και στο χωριό του Σαρού. Βρισκόταν στο χωριό όταν η Κάμλα, η πραγματική μητέρα του Σαρού, συνάντησε για πρώτη φορά τη Σου, τη θετή μητέρα του παιδιού της. Ορισμένες σκηνές της ταινίας γυρίστηκαν στο χωριό του Σαρού, και η πραγματική οικογένεια του τελευταίου ήταν παρούσα στα γυρίσματα.

«Ήταν σημαντικό για μένα να βαδίσω εκεί που περπάτησε ο Σαρού και να ακολουθήσω τα βήματά του όσο πιο πιστά μπορούσα. Περιφέρθηκα μόνος μου στο χωριό και φαντάστηκα ότι ήμουν ένα μικρό αγόρι που μεγαλώνει σ’ αυτό. Κάθισα σ’ ένα παγκάκι του Burhanpur, του σιδηροδρομικού σταθμού όπου ξύπνησε μόνος και έρημος ο Σαρού, και μετά πήγα στον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό της Καλκούτα, τον Howrah, όπου συνειδητοποίησα την αληθινή δύναμη της ιστορίας. Έχω παιδιά και το να φανταστώ ένα 5χρονο αγόρι ολομόναχο εκεί, ανίκανο να μιλήσει τη γλώσσα… τότε κατάλαβα ότι θα έκανα μια πραγματικά δυνατή ταινία.»

Αλλά και ο σεναριογράφος Λουκ Ντέιβις, πολυβραβευμένος συγγραφέας και έγκριτος κριτικός κινηματογράφου, ταξίδεψε στην Ινδία. Συμπτωματικά, είχε διαβάσει για τον Σαρού στο διαδίκτυο λίγες μόλις ημέρες πριν ο Σέρμαν του ζητήσει να γράψει το σενάριο της ταινίας. Είχε συνεργαστεί μαζί του άλλες δύο φορές στο παρελθόν –στην κινηματογραφική διασκευή ενός βιβλίου του με τον τίτλο «Candy» (2006) και στην ταινία «Life» (2015) του Άντον Κόρμπιν– και ήξερε την ευαισθησία με την οποία μπορούσε να αποδώσει τις δοκιμασίες και τα συναισθήματα της ιστορίας του Σαρού.

«Είναι μια απίστευτα συγκινητική ιστορία», παρατηρεί ο Λουκ Ντέιβις. «Και είναι μια αρχέγονη ιστορία: η απώλεια της μητέρας και η επανένωση με τη μητέρα. Σ’ αυτό το μυθικό επίπεδο είναι καταπληκτική. Και το ίδιο συμβαίνει και με το πραγματικά ανθρώπινο επίπεδο του “όλα αυτά πραγματικά συνέβησαν σ’ αυτό το παιδί”. Η δυνατότητα να οδηγήσει το σενάριό του σε συγκεκριμένα πολύ συναισθηματικά σημεία είναι για έναν συγγραφέα το πιο συναρπαστικό πράγμα».

Σεναριογράφος και σκηνοθέτης συνεργάστηκαν στενά και πειραματίστηκαν όσον αφορά τη δομή της ταινίας. Θα ήταν ένα μεγάλο φλασμπάκ; Θα ακολουθούσε μία γραμμική αφήγηση; Θα υιοθετούσαν τη γραμμική αφήγηση, αλλά θα την εμπλούτιζαν με ορισμένα φλασμπάκ; «Μια παραδοσιακή δομή θα απαιτούσε να ξεκινήσει η ιστορία με τον Σαρού στην Αυστραλία, να είναι η ιστορία ενός ανθρώπου της Δύσης που ξαφνικά αποκτά μνήμες του παρελθόντος του, και να αρχίσει να πηγαίνει μπρός-πίσω, καθώς αυτός αναζητεί το σπίτι του. Δουλέψαμε πολύ με τη δομή και τελικά αποφασίσαμε να της δώσουμε τη μορφή ενός έπους, επιτρέποντας στους θεατές να βιώσουν πλήρως τη ζωή του νεαρού Σαρού στην Ινδία».

Μία από τις προκλήσεις της ταινίας ήταν να βρεθεί ένας νεαρός Ινδός να παίξει τον 5χρονο Σαρού. Κάναμε δοκιμαστικά σε χιλιάδες παιδιά μέχρι να καταλήξουμε στον Σάνι Παγουάρ, ο οποίος τελικά επιλέχθηκε να υποδυθεί τον νεαρό.

«Ο Σάνι καταλαβαίνει τα πάντα. Θυμάμαι μία σημαντική σκηνή της ταινίας, όπου συλλαμβάνεται ο μεγαλύτερος αδερφός του Σαρού, και ο Σάνι άρχισε να κλαίει σαν να κάναμε γύρισμα. Υπήρχαν αληθινά δάκρια στα μάτια του, χωρίς ίχνος μακιγιάζ. Έκλαιγε πραγματικά επειδή είχε βιώσει τα συναισθήματα της σκηνής», αναφέρει χαρακτηριστικά ο σκηνοθέτης.

Τον ενήλικα Σαρού υποδύεται ο Ντεβ Πατέλ, ο ηθοποιός που κατέκτησε το κοινό το 2008, με την ερμηνεία του στην ταινία «Slumdog Millionaire». Και που συνέχισε να κάνει επιτυχίες με το «Εξωτικό ξενοδοχείο Μάριγκολντ» (2011) και τη συνέχειά του, το «Εξωτικό ξενοδοχείο Μάριγκολντ II» (2015), καθώς επίσης και με τον «Άνθρωπο που Γνώριζε το Άπειρο» (2015).

«Ο Πατέλ δίνει ένα απίστευτο βάθος στον ρόλο, πέρα από οτιδήποτε τον έχουμε δει να κάνει μέχρι σήμερα στην οθόνη. Πιστεύω πραγματικά ότι αυτή η ταινία θα τον καθιερώσει ως έναν από τους κορυφαίους σύγχρονους ηθοποιούς του κινηματογράφου», λέει ο παραγωγός Ίαν Κάνινγκ.

Μετά τη συνάντησή του με τη Σου Μπρίρλι, τη θετή μητέρα του Σαρού, στο σπίτι της, στο Χόμπαρτ της Τασμανίας, της νοτιότερης νησιωτικής πολιτείας της Αυστραλίας, ο Γκαρθ ήταν βέβαιος ότι για τον ρόλο της στην ταινία του ήθελε τη βραβευμένη με Όσκαρ® Νικόλ Κίντμαν.

Ήξερε τα πάντα για τη Σου με τον τρόπο που το φανταζόμουνα», λέει ο Γκαρθ. Χαίρεσαι να την βλέπεις, είναι τόσο μεθοδική, συνεπής και αληθινά αφοσιωμένη στον χαρακτήρα που υποδύεται. Και είναι υπέροχη στο πλατό, και προσηνής με όσους παρακολουθούν το γύρισμα. Είναι πολύ ανθρώπινη, πολύ τρυφερή… και συνάμα λαμπερή και υπέροχη».

Η Ρούνι Μάρα προτάθηκε από τον εκτελεστή παραγωγό Χάρβεϊ Γουάινστιν για τον ρόλο της Λούσι, που γίνεται φίλη του Σαρού μετά τη γνωριμία τους στο κολέγιο όπου φοιτούν και οι δυο τους. Δέχτηκε τον ρόλο και στη συνέχεια πήγε στις Κάνες με την «Κάρολ», την ταινία που είχε μόλις ολοκληρώσει, και κέρδισε το βραβείο καλύτερης γυναικείας ερμηνείας. Και μετά ήταν υποψήφια για το Όσκαρ® καλύτερης ηθοποιού.

Ο Αυστραλός θετός πατέρας του Σαρού ερμηνεύεται από τον Ντέιβιντ Ουέναμ, τον πρωταγωνιστή της τηλεοπτικής σειράς «Το Μυστικό της Λίμνης». «Όταν κάναμε τη διανομή ρόλων», θυμάται ο Εμίλ Σέρμαν, «σκεφτόμασταν “ποιον θα ήθελες για πατέρα σου αν σε είχαν υιοθετήσει και σε πήγαιναν να ζήσεις στην Αυστραλία;” Και πολύ φυσικά είχαμε απαντήσει: τον Ντέιβιντ Ουέναμ! Αντιπροσωπεύει όλα όσα θα ήθελε ο Σαρού που γνωρίζαμε. Είναι ευδιάθετος, είναι ευγενής και παρέχει ασφάλεια.»

Όσον αφορά το «σκηνοθετικό όραμα», ο Γκαρθ Ντέιβις το περιγράφει σαν γιν και γιανγκ: «Μιλώντας γενικά, είδα το πρώτο μέρος της ταινίας –τον νεαρό Σαρού στην Ινδία– σαν μια εξωτερική ιστορία, και το δεύτερο μέρος της –αυτό στην Αυστραλία– σαν μια εσωτερική ιστορία. Και εξηγεί: «Στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας, έχουν περισσότερο ενδιαφέρον όσα δεν λέγονται. Αλλά πώς θα το καταλάβει αυτό ο θεατής; Πώς θα το κάνω να λειτουργήσει; Έτσι, στο δεύτερο μισό της ταινίας –όταν ο Σαρού φτάνει στο Χόμπαρτ της Αυστραλίας– αποφάσισα να χρησιμοποιήσω τη θάλασσα ως ένα στοιχείο. Υπάρχει κάτι για τη θάλασσα, που είναι θηλυκή, και κάτι για τον ωκεανό που μας συνδέει όλους».

Και ο Εμίλ Σέρμαν πιστεύει ότι δημιούργησαν μια αντικειμενικά καλή και αληθινή ταινία, που μεταφέρει όλα όσα θέλει να πει η ιστορία της: «Είναι μια ταινία για την οποία είμαι πολύ υπερήφανος. Αφηγείται μία απίστευτη ιστορία για μητέρες και για την αρχέγονη παρόρμηση να βρεις σπίτι. Ελπίζω οι θεατές να αισθανθούν τις ίδιες ανατριχίλες που νιώσαμε ο Ίαν κι εγώ όταν ακούσαμε για πρώτη φορά την ιστορία του Σαρού.»

Από 1η Δεκεμβρίου στους κινηματογράφους

Read More

And More