Η συγκλονιστική εξομολόγηση του Κωστόπουλου: Έπαθα κλινική κατάθλιψη σε μια μέρα!

Ο Πέτρος Κωστόπουλος έδωσε μια αποκαλυπτική συνέντευξη στο “Πρώτο Θέμα” λίγες ώρες μετά τη δημοσιοποίηση του blog του και μίλησε ανοιχτά για όσα το συνέβησαν.

«Φινάλε;» «Ξέρεις κάτι, κάπου μου αρέσει που ζούμε το τέλος μιας εποχής. Είναι μάλλον η ώρα να ξαναβαφτιστούμε σε άλλη νοοτροπία. Να ξεκολλήσουμε από τον πάτο. Ο,τι μάθαμε μετά τη μεταπολίτευση πρέπει να ενταφιαστεί. Είναι άρρωστα όλα, και πολιτικά και lifestyle. Ετσι χάνουμε το μέλλον κάθε μέρα που περνάει. Και δεν θέλω τα παιδιά μας να το ζήσουν αυτό».

Παρότι αποδέχεσαι τις ευθύνες σου, εκφράζεις πίκρα. Επειδή σου την πέσανε αναίτια, επειδή έχεις αδικηθεί, επειδή δεν σε αντιμετώπισαν με αξιοπρέπεια και σεβασμό;

“Βγάζω πίκρα για έναν και απλό λόγο. Εξαιτίας μου -και επέτρεψέ μου μια φορά σ’ αυτή τη συνέντευξη να μιλήσω λίγο καβαλημένα- χτίστηκε μια τεράστια βιομηχανία που δεν υπήρχε πριν. Χιλιάδες άνθρωποι εμφανίστηκαν από το πουθενά, γραφιάδες, χαρτάδες, φωτογράφοι, τυπογράφοι, γραφίστες, στυλίστες, ντισκ-τζόκεϊ και πάει λέγοντας, καθώς χιλιάδες θέσεις εργασίας χτίστηκαν γύρω από την επιτυχία του «ΚΛΙΚ», του «ΜΕΝ», του «DIVA» και του ΚΛΙΚ FΜ. Πριν υπήρχαν περιοδικά μόνο με λόγια και σκίτσα. Κοιτάξτε τη «ΓΥΝΑΙΚΑ» του 1986, που ήταν το πιο μοντέρνο περιοδικό τότε, και θα καταλάβετε. Ηρθα σαν UFO από Παρίσι και Βρυξέλλες το ’86, συνάντησα ένα άλλο UFO, αλλά εξαιρετικά δημιουργικό εκδότη, τον Αρη Τερζόπουλο, και αρχίσαμε να παράγουμε περιοδικά τα οποία, τώρα που το ξανασκέφτομαι, ήταν μάλλον για άλλη χώρα.”

Ή, τέλος πάντων, για την Ελλάδα που εκείνη τη στιγμή έπρεπε να βγει από τις μπουάτ, τα κόμματα, τη μιζέρια και τις ταβέρνες χωρίς εξαερισμό. Από την παραγωγική προσπάθεια εκείνης της εποχής δεν τροφοδοτήθηκαν μόνο τα άλλα περιοδικά. Από αυτήν τροφοδοτήθηκαν οι εφημερίδες που έκαναν έντυπα που έμοιαζαν ή αντέγραφαν τα δικά μας, ενώ τότε η τηλεόραση άρχισε να στήνει εκπομπές «περιοδικού» χαρακτήρα. Γι’ αυτό πιστεύω ότι δεν αξίζει μια άγρια αντιμετώπιση από όλες τις μεριές σε κάποιον που επί 25 χρόνια έφτιαξε και έδωσε δουλειές, ενώ ήταν πάντα άψογος μέχρι την ώρα που έσκασε η κρίση. Υπολογίζω ότι γύρω από αυτή τη βιομηχανία έβγαλαν λεφτά πάνω από 10.000 άνθρωποι διαφόρων επαγγελμάτων και ειδικοτήτων. Σήμερα επιχειρηματικά μού χρωστάνε όσα χρωστάω, αλλά δεν έστειλα κανέναν σ’ αυτούς που μου οφείλουν να τους ξηλώσει το μαγαζί ή το σπίτι…”

Μια και γυρίσαμε πίσω, νιώθεις την ανάγκη να απολογηθείς για ορισμένα κουσούρια και κολλήματα, για τα οποία σε κατηγορούσαν εκείνη την εποχή;

“Προσωπικά, επειδή πηγαίναμε τότε καλά επιχειρηματικά, κόλλησα το κουσούρι του Αρη, να είμαι κι εγώ υπερδοτικός στους δημιουργικούς ανθρώπους. Αμα σου πω τους μισθούς της δεκαετίας του ’90 θα σου φύγουν και τα υπόλοιπα μαλλιά. Το 1995 στο «NITRO», που ήταν το προσωπικό μου περιοδικό και εγώ ήμουν διευθυντής, πλήρωνα στον από κάτω μου, τον υφιστάμενο, 1,5 εκατ. δραχμές καθαρά! Οχι 4.000, 5.000 χιλιάδες σημερινά ευρώ, 1,5 εκατ. δραχμές. Αλλα λεφτά. Σε καλή μεριά να πήγαν, τι να πω… Με τέτοιες αμοιβές, όμως, από τότε θα έπρεπε να με έχουν κλείσει στο Δρομοκαΐτειο. Υπήρχαν, πάντως, και πιο μαλάκες από μένα. Η ΙΜΑΚΟ ήταν ιπποφορβείο ταλέντων, όπως παλιότερα ήταν το «ΚΛΙΚ», και όσα λεφτά κι αν έπαιρναν εκεί τα ταλέντα, πάντα εμφανιζόταν κάποιος που τους έδινε περισσότερα για να τους προσλάβει. Είμαι ειλικρινά περήφανος γιατί από εκεί βγήκαν μεγάλα ταλέντα, που αυτή τη στιγμή τα βρίσκεις να διακρίνονται παντού. Σε εφημερίδες, περιοδικά, τηλεόραση, ραδιόφωνα. Αλλά για να πω την αλήθεια, γέννησα και τέρατα. Αγράμματους με την κοινωνική έννοια της λέξης που βασανίζουν ακόμα με το «ήθος» τους τη δημοσιογραφία.”

Δεν νομίζεις ότι συνέβαλες στη διόγκωση ενός υπέρογκου, σχεδόν ναρκισσιστικού, καταναλωτισμού;

“Ξεκινήσαμε το 1987 να παράγουμε περιοδικά για να ξεφύγουμε από τη μιζέρια και την κατάντια μιας υπερπολιτικοποίησης που μας κυνηγούσε μετά τη μεταπολίτευση. Θέλαμε να ζήσουμε μια ζωή πιο όμορφη και πιο χαρούμενη και σιγά-σιγά, μετά το 1995, καταλήξαμε σαν λαός σε «νούμερα» επιδειξιομανίας. Σαν άτομο μπήκα κι εγώ σ’ αυτή τη γυφτιά. Ηθελα να έχω γρήγορο αυτοκίνητο, τζιπ, ωραίο σπίτι, ξεχνώντας από πού ερχόμουν. Ομως το θεωρώ και δικαίωμά μου. Δεν τα ’φαγα από κανέναν. Αλλά από εκεί και πέρα, η δική μου δαιμονοποίηση πήρε μυθικές διαστάσεις, παρότι όλα τα περιοδικά εκείνης της περιόδου είχαν παρόμοια ύλη με αυτή των δικών μου εντύπων. Δηλαδή το «Elle», το «Vogue», το «Marie Claire» παρουσίαζαν μόδα για άστεγους και πλάσαραν παπούτσια για μετανάστες; Είχαν λυσσάξει με τον Lacroix, τον Dior, τη Chanel, τον Louboutin. Δηλαδή για τις γραμματείς που πήγαιναν στο γραφείο με τις κόκκινες σόλες Louboutin των 800 ευρώ το ζευγάρι, έφταιγαν τα περιοδικά ή η μαλακία στο κεφάλι τους; Μάλλον η Κάρι Μπράντσο από το «Sex & The City» θα τους έφταιγε! Ο κοσμάκης είναι αθώος και πάντα κάποιοι τον επηρεάζουν; Γίνεται πνευματικός γίγαντας μόνο τη μέρα που ψηφίζει;”

Ποιος πιστεύεις ότι κορόιδευε ποιον;

“Η Ελλάδα στα τέλη του ’90 δεν μπορούσε να ζει με το lifestyle του ’70 και του ’80, γιατί άρχισαν τα λεφτά να τρέχουν στους δρόμους με το τσουβάλι. Τα δανεικά εννοώ. Οι παρκαδόροι, θυμάμαι, ήταν κολλημένοι στο τηλέφωνο με τον χρηματιστή τους και με μια οικονομική εφημερίδα παραμάσχαλα. Εχω έναν φίλο που το ’98-’99 δούλευε σε οικονομική εφημερίδα και κάποιες πληροφορίες που έπιανε στον αέρα για μετοχές που θα κάλπαζαν τις παίζαμε κορόνα-γράμματα αν θα αγοράσουμε με αέρα Καμπά ή Κεράνη για να κονομήσουμε κάνα εκατομμύριο δραχμές την ημέρα. Ποιος, λοιπόν, κοροϊδεύει ποιον; Από τη μια, ή μας φταίει η πολιτική και το κράτος που μας πήδηξαν και υπερχρέωσαν τον τόπο ή, από την άλλη, φταίμε εμείς που υποτίθεται ότι τα φάγαμε όλα; Οπως και να ’ναι, παίρνω το μερίδιό μου σε οποιαδήποτε ευθύνη θέλουν να μου καταλογίσουν, αλλά να μη λέμε και μαλακίες κιόλας. Αν είναι έτσι με μένα, κάποιους άλλους πρέπει να τους κρεμάσουν στο Σύνταγμα.”

Πότε κατάλαβες ότι η υπόθεση έγινε οριστικά μη αναστρέψιμη;

“Πέρυσι τέτοιες μέρες ακριβώς. Τέλη Φλεβάρη. Τότε το διαπιστώσαμε. Οταν στην ΙΜΑΚΟ περιμέναμε μία επιπλέον 15% πτώση και αυτή έφτασε το 40%. Θυμάμαι ότι όταν μου το ανακοίνωσε ο οικονομικός μου διευθυντής, έπαθα ψυχολογικό breakdown. Σε όλη μου τη ζωή δεν ήξερα τι είναι η κατάθλιψη, παρότι είχα χίλιους φίλους γιατρούς. Νόμιζα πως ήταν μια μεγάλη στενοχώρια που μετά από λίγο καιρό σου περνάει. Επαθα κλινική κατάθλιψη μέσα σε μια μέρα. Με έπιασε τρόμος, φόβος για κάθε τηλέφωνο που χτύπαγε, δεν μπορούσα να σηκωθώ από το κρεβάτι και κρυβόμουν κάτω από τα σκεπάσματα. Δεν μπορούσα να ανέβω σκάλες γιατί ο εγκέφαλός μου δεν επικοινωνούσε με τα πόδια μου. Ξάπλωνα με τις ώρες στο πάτωμα τραβώντας βαθιές ανάσες και έβλεπα τον γκρεμό μπροστά μου κάθε δευτερόλεπτο. Η Τζένη έπαθε πλάκα βλέποντας τον άνδρα της μετά από 18 χρόνια γάμου να είναι σαν σκιαγμένο κουνέλι. Οπως μπορεί να μαρτυρήσει η γιατρίνα μου, πριν της περιγράψω τα συμπτώματα της είχα πει τι έχω. Αυτά τέτοια εποχή πέρυσι. Ετσι αυτές τις μέρες μπορώ να γιορτάσω τα γενέθλια ενός χρόνου αντικαταθλιπτικών. Λέω να οργανώσω ένα πάρτι με Ζάναξ…”

Read More

And More