Λ. Γαβαλάς: Περιγράφει την σκληρή ζωή του στη φυλακή μέσα από το ημερολόγιό του

Έχουν περάσει δέκα μήνες από τότε που o Λάκης Γαβαλάς προφυλακίστηκε στις φυλακές Κορυδαλλού για οφειλές στο Δημόσιο!Ο γνωστός επιχειρηματίας της μόδας, ζει τον δικό του γολγοθά καθημερινά μέσα σ΄ ένα κελί μαζί με άλλους τρεις συγκρατούμενους.

Η εφημερίδα Real news δημοσίευσε το ημερολόγιο που έχει ο Λάκης μέσα στις φυλακές! Δες όσα γράφει ο επιχειρηματίας και πως περιγράφει τις στιγμές που περνάει στις φυλακές Κορυδαλλού!


ΤΟ ΠΡΩΙΝΟ ΞΥΠΝΗΜΑ

“Κρακ κρακ! Το άνοιγμα της βαριάς σιδερένιας πόρτας του θαλάμου. Σημάδι ότι είναι 7.15 το πρωί. Ακούω τα βήματα του δεσμοφύλακα να απομακρύνονται προς επόμενο θάλαμο. Κρακ κρακ! Το ξύπνημα είναι απότομο και κάθε πρωί, πιο οδυνηρό. Δεν μπορώ να το συνηθίσω αυτό το κρακ-κρακ. Δέκα μήνες και ακόμα δεν το αντέχω. Θεέ μου, που είμαι; Η πρώτη σκέψη κάθε πρωινό… Η τουαλέτα ήδη κατειλημμένη. Ανοίγω την τηλεόραση που είναι στην άκρη του σιδερένιου κρεβατιού. Γειτόνισσα με τις πατούσες μου. Λίγο μαύρο. Και αμέσως μετά φως. Οι πρωινές δημοσιογραφικές εκπομπές. Κάνω ζάπινγκ… Kάποιος πολιτικός παράγοντας μιλάει με μένος φανατικού ιεροεξεταστή για φοροδιαφυγή. Μόνο αυτή τη λέξη ξέρει. Και την εκτοξεύει στους τηλεθεατές με μίσος. Δεν ξέρει τη λέξη φοροοφειλή! Εμένα οι υποχρεώσεις μου προς το Δημόσιο είναι δηλωμένες και βεβαιωμένες. Φοροοφείλω. Δεν φοροδιαφεύγω. Ζάπινγκ. Η είδηση είναι τρομακτική. 350.000 άνεργοι στην Ελλάδα. ..Υπολογίζοντας την εξέλιξη του καιρού που θα κάνει σήμερα, διαλέγω βιαστικά τα κατάλληλα ρούχα. Σέρνω τη βαριά πόρτα του θαλάμου και βγαίνω στο διάδρομο. Περπατάω, όπως πάντα, γρήγορα. Με ελαφρύ στομάχι, αφού δεν έφαγα πρωινό. Που να βρεις την όρεξη στη φυλακή.”

Η ΔΟΥΛΕΙΑ ΣΤΟΝ ΚΗΠΟ

“8.10 π.μ. Λέω μια χαμογελαστή καλημέρα στον δεσμοφύλακα που είναι στο κιγκλίδωμα “Στην ώρα σου Λάκη” μου λέει με ευγένεια. “Γράψε ότι κατεβαίνω για δουλειά” αποκρίνομαι. Στο τεράστιο ασήκωτο βιβλίο που είναι μπροστά του, πρέπει να σημειώσει την ώρα που μπαίνει και βγαίνει από την πτέρυγα κάθε κρατούμενος… Βγαίνω στον κήπο. Ευτυχώς δεν βρέχει. Συναντιέμαι με τους άλλους τέσσερις κηπουρούς… Λίγη δουλειά ακόμα και η ωρα πήγε 11.30. Πάμε για φαγητό, μεσημεριανό. Τρίτη-Πέμπτη μακαρόνια, θυμάμαι το φυλακόβιο λαϊκό τραγούδι του Πρόδρομου Τσαουσάκη. Θεέ μου τι παιχνίδια παίζει το μυαλό; Τρώω μόνος μου στο θάλαμο. Λίγα μακαρόνια χωρίς τη σάλτσα…Βγαίνοντας στον διάδρομο υπάρχει συνωστισμός. ” Τραπεζάκια έξω”, θυμάμαι το άλμπουμ του Διονύση Σαββόπουλου. Αχ, αυτό το μυαλό μου. Αμίλητες φιγούρες γύρω από τα πλαστικά τραπεζάκια του διαδρόμου τρώνε με πλαστικά πιρούνια το φαγητό τους. Περπατάω ακόμα πιο γρήγορα. Θέλω να φύγω. Να ξεφύγω. Κιγκλίδωμα. Δεσμοφύλακες. Ο διάδρομος με το γάμα. Στον κήπο ξανά. Αυτή τη φορά με δάκρυα. Είμαι βουρκωμένος. Κρατάω την αξιοπρέπεια μου. Όχι θα αντέξω τη φυλακή και τη διαμπόμπευση μου. Οχι. Όσο και να θέλουν να με ξεφτιλίσουν θα αντέξω. Τουλάχιστον έτσι θέλω να ελπίζω. Κήπος. Κι εγώ σαν κηπουρός θα δουλέψω μαζί με τους άλλους συγκρατούμενους μέχρι τις τρεις το μεσημέρι.”


ΜΑΧΗ ΓΙΑ ΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ

“Πήγε 6.30 το απόγευμα. Τσιμπολογάω κάτι από το βραδινό φαγητό. Τυρόπιτα. Κάνω την αμαρτία μου. Τρώω και ένα σοκολατάκι από το κουτί που μου είχε φέρει μια συνεργάτιδά μου. Παίρνω δύναμη, έφτασε η ώρα της μάχης. Στα καρτοτηλέφωνα. Όλοι οι κρατούμενοι διεκδικούν λίγη ώρα στα τρια καρτοτηλέφωνα της πτέρυγας. Το ένα δεν δουλεύει, δυο λοιπόν τα αντικείμενα του πόθου…”.

Η ΚΑΤΣΑΡΙΔΑ ΚΑΙ Η VOGUE

“Η κατσαριδούλα που αναποφάσιστα περπατά πάνω στην κουβέρτα μου θυμίζει πως δεν είμαι στις φυλακές για να σωφρονιστώ, αλλά για να τιμωρηθώ. Με το τελευταίο τεύχος της Vogue τη σπρώχνω από την κουβέρτα. Αλλά μια κατσαρίδα που περπατάει πλάι μου στον τοίχο δεν γλιτώνει. Κλατς! Η Vogue την σκότωσε… Γυρίζω πλάγια στον τοίχο. Κουλουριάζομαι και κλαίω. Πιέζω τον ευατό μου να μην βγουν λυγμοί. Ήμουν ο Λάκης Γαβαλάς της μόδας και του γκλάμουρ… Το φως του θαλάμου σβήνει. Με άκουσαν που κλαίω… Κουλουριάζομαι πιο πολύ με την κουβέρτα. Ξέρω τι έκανα να λέει η κοινωνία για μένα: “Άσε τον π…η να σαπίσει στη φυλακή”… Θα ονειρευτώ. Ότι ξαναζώ. Και ας ξέρω ότι το πρωί καραδοκεί ξανά. Εφιάλτης! Κρακ κρακ!”

Read More

And More