Η φετινή σεζόν βρίσκει τη Φαίδρα Δρούκα να πρωταγωνιστεί στη θεατρική παράσταση «ΚΕΙΚ» που παίζεται στο θέατρο «Εμπορικόν», ένα έργο που με φόντο τη γλυκιά μυρωδιά ενός κέικ που σιγοψήνεται φέρνει στην επιφάνεια πολλές από τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Με αφορμή αυτή τη θεατρική παράσταση, η Φαίδρα Δρούκα μιλά στο TLIFE για τα συναισθήματα που προκαλεί το συγκεκριμένο έργο στους θεατές, την ανθρωποφαγία που υπάρχει γύρω μας αλλά και την ανάγκη που παρατηρεί ότι έχουν οι άνθρωποι να επικοινωνήσουν ουσιαστικά με τους άλλους. Ακόμη, η Φαίδρα Δρούκα παραδέχεται πόσο ωραία νιώθει όταν βοηθά τους άλλους παρότι η ίδια δε ζητά εύκολα βοήθεια ενώ επιβεβαιώνει την επιστροφή των «Υπέροχων πλασμάτων».
Αυτή την περίοδο πρωταγωνιστείς στη θεατρική παράσταση «ΚΕΙΚ» ένα έργο που μέχρι στιγμής έχει αποσπάσει πολύ θετικά σχόλια.
Είμαστε όλοι πολύ περήφανοι γι’ αυτή τη δουλειά.
Από αυτά που έχω διαβάσει, νομίζω ότι πρόκειται για ένα πολύ τρυφερό έργο
Είναι πράγματι. Και χαίρομαι πολύ γιατί έχουν γραφτεί πολύ ωραία πράγματα και από τον κόσμο και από τους δημοσιογράφους. Το «ΚΕΙΚ» είναι δουλειά που κερδίζει το κοινό από στόμα σε στόμα, διαδικασία πιο αργή και πιο δύσκολη. Προτιμότερη όμως από χιλιοδιαφημισμένες παραστάσεις που τελικά απογοητεύουν ή εξαπατούν το κοινό.

Δεν είναι και πιο όμορφο αυτό όμως; Να μιλάει ο κόσμος για ένα έργο και να παροτρύνει κι άλλους να έρθουν να δουν την παράσταση;
Είναι πιο όμορφο ναι, αλλά είναι και πολύ πιο δύσκολο.
Σε ακούω και νιώθω ότι μου μιλάς με πολύ μεγάλο χαμόγελο γι’ αυτό το έργο.
Το αγαπώ πολύ αυτό το έργο. Είναι μια πάρα πολύ ωραία συνθήκη αυτή η συνεργασία με όλους τους συντελεστές, πάνω και πίσω από τη σκηνή. Είμαστε πραγματικά πολύ περήφανοι όλοι γι’ αυτή τη δουλειά. Είναι μια δουλειά που έχει γίνει με πάρα πολλή αγάπη, πάρα πολύ κόπο και μεγάλη τιμιότητα. Βασικό επίσης είναι ότι έχουμε να κάνουμε με ένα ελληνικό έργο. Είναι ωραίο να τιμάμε τους Έλληνες συγγραφείς. Θεωρώ πολύ γοητευτικό και χρήσιμο ο κόσμος να γνωρίζει, να μαθαίνει και να απολαμβάνει ελληνικά έργα.
Ένας θεατής που θα έρθει να δει την παράσταση, θα γελάσει, θα κλάψει, θα συγκινηθεί; Τι θα νιώσει;
Ένας θεατής που θα έρθει να δει το «ΚΕΙΚ», και θα γελάσει, και θα προβληματιστεί και θα συγκινηθεί. Αλλά, το κυριότερο είναι ότι θα ταυτιστεί, δεν θα ψυχοπλακωθεί, θα φύγει δηλαδή ανάλαφρος, θα έχει συγκινηθεί, θα έχει ταρακουνηθεί, θα έχει γελάσει και θα έχει και λίγο σκεφτεί, γιατί είναι ένα καθαρά ανθρωποκεντρικό έργο.
Έχει και αρκετό σασπένς γιατί πρόκειται για τέσσερις προσωπικότητες που είναι άνθρωποι που ζουν στην ίδια πολυκατοικία. Όπου εν δυνάμει ένας από αυτούς μπορεί να είναι και ο βασικός ύποπτος για το ζήτημα το οποίο έχει τεθεί και έχει γίνει το μείζον θέμα των ηρώων σε όλη τη παράσταση.
Είναι ένα έργο που μιλάει ξεκάθαρα για την ξενοφοβία και τον ρατσισμό. Είναι πολύ πιο εύκολο σε κάποιους να υποψιαστούν τον ξένο, που είναι ο «βρωμιάρης» και πετάει τα σκουπίδια, ενώ πραγματικά δεν έχουν δει τίποτα. Αυτά είναι σημεία των καιρών δυστυχώς. Όπως έχω ξαναπεί, ναι μεν είμαστε μια χώρα και ένας λαός με πάρα πολλά χαρίσματα, αλλά θεωρώ, όσο και αν λέμε ότι δεν είμαστε, ότι είμαστε ρατσιστές.
Απλά νομίζω ότι πίσω από το φιλότιμο και μια μορφή ανθρωπιάς, που δεν συμβαδίζει πολύ με την ψυχρότητα του βορρά, το μπερδεύουμε και νομίζουμε ότι δεν είμαστε ρατσιστές. Άλλο φιλότιμος, άλλο γενναιόδωρος, άλλο ρατσιστής. Είναι ένα έργο που έχει φτιαχτεί με πάρα πολλή αγάπη, με τα πιο ωραία υλικά – μιας και πρόκειται για κέικ- έχει τη ζεστασιά μιας μυρωδιάς την ώρα που ψήνεται ένα κέικ. Δεν είναι τυχαίο ότι την ώρα αυτή που διαδραματίζονται όλα αυτά στα 75 λεπτά, που δεν προλαβαίνει ο θεατής να βαρεθεί, ψήνεται ένα κέικ.
Το κέικ είναι ταυτισμένο με πολύ «σπιτένια» πράγματα, με γιορτές. Έχει μια θαλπωρή η μυρωδιά του κέικ. Και για κάποιο λόγο η μυρωδιά αυτή ξυπνά στους περισσότερους κοινές όμορφες μνήμες.
Ποια δικά σου κομμάτια βλέπουμε στην παράσταση;
Κανένα! Εντάξει, έχει και κάποια δικά μου κομμάτια, αλλά όχι σε τέτοιο βαθμό. Ο ψυχαναγκασμός είναι ένα από αυτά. Οι ήρωες της παράστασης είναι σύγχρονοι άνθρωποι που είναι κλεισμένοι στα διαμερίσματά τους. Το έργο υπογραμμίζει με έναν πολύ ωραίο τρόπο τη μοναξιά αυτών των ανθρώπων, που γιορτινές μέρες, σε μία πολυκατοικία στην Κυψέλη – δεν είναι τυχαίο το ότι είναι στην Κυψέλη, γιατί είναι μία περιοχή που έχει πάρα πολύ θόρυβο, πάρα πολύ κόσμο, πάρα πολύ ξένο στοιχείο, πολλή φασαρία – βιώνουν αυτό το συναίσθημα.
Αυτοί οι άνθρωποι λοιπόν, γιορτινές μέρες, αντί να κάθονται να ασχολούνται με την παρέα τους ή να κάνουν κάτι πιο δημιουργικό, το καλύτερο που κάνουν με αφορμή τη Σάσα, την δική μου ηρωίδα, που «μπριζώνει» τον διαχειριστή να κάνει παρατήρηση σε αυτόν τον ξένο, γιατί είναι σίγουρη ότι αυτός πετάει τα σκουπίδια από τον μπαλκόνι, κάνουν μία μίνι συνέλευση στο σπίτι του διαχειριστή. Εκεί φαίνεται η παθογένεια του καθενός, η παρεξήγηση, τα κρυμμένα μυστικά.
Εσύ, στη καθημερινότητά σου, αυτή τη μοναξιά τη νιώθεις γύρω σου;
Ναι, τη νιώθω. Ξέρεις πού, τη νιώθω περισσότερο; Επειδή η δουλειά μας είναι να παρατηρούμε πολύ, και εγώ είμαι ένας πολύ παρατηρητικός άνθρωπος, παρατηρώ πόση ανάγκη έχουν οι άνθρωποι να μιλήσουν και να επικοινωνήσουν, ακόμα και σε χώρους ή με ανθρώπους που αφενός μεν δεν πολύ γνωρίζουν, αφετέρου δε οι χώροι πολλές φορές είναι ακατάλληλοι. Εκεί λοιπόν καταλαβαίνεις πόσο ανάγκη έχει ο άλλος, να πει όλα αυτά που έχει μέσα του. Η φύση του ανθρώπου είναι να επικοινωνεί.
Νομίζω ότι πλέον λέμε πιο εύκολα πράγματα σε ανθρώπους που δεν γνωρίζουμε.
Αυτό είναι αλήθεια. Πάντα σκέφτομαι τους ταξιτζίδες, που είναι άνθρωποι που ξέρεις ότι δε θα ξαναδείς, και δεν σκέφτεσαι τι και πώς θα πεις κάτι οπότε τα βγάζεις όλα από μέσα σου. Και αυτό όμως δείχνει πόση ανάγκη έχουμε να επικοινωνήσουμε. Για να βγάλεις όμως σε έναν άγνωστο άνθρωπο όλα αυτά τα τόσο προσωπικά σου, σημαίνει ότι δεν έχεις και πολύ κόσμο κατάλληλο και σωστό για σένα για να μπορέσεις να τα συζητήσεις. Αν είχες τον άνθρωπό σου, ή κάποιον πολύ καλό σου φίλο δε θα ένιωθες την ανάγκη να τα πεις σε έναν άγνωστο.
Η πραγματικότητα είναι αυτή, τις περισσότερες φορές δε μιλάμε ανοιχτά στους ανθρώπους που συναναστρεφόμαστε καθημερινά, ακόμα κι αν μαζί τους έχουμε περάσει μια ολόκληρη ζωή.Αν είχαμε όλοι τους κατάλληλους ανθρώπους γύρω μας δε θα είχαν και τόση δουλειά οι ψυχολόγοι, οι ψυχοθεραπευτές και οι ψυχίατροι. Και εννοώ ότι έχουμε ανθρώπους που τους αγαπάμε πολύ και μας αγαπάνε κι εκείνοι, αλλά δυστυχώς δε μπορούμε να επικοινωνήσουμε.
Μου είπες πριν ότι στην παράσταση βλέπουμε τους ήρωες πολύ εύκολα να κατηγορούν ο ένας τον άλλον χωρίς στοιχεία. Δεν είναι και αυτό άλλο ένα σημείο των καιρών;
Δυστυχώς είναι και είναι τραγικό. Τα τελευταία χρόνια νομίζω ότι η ανθρωποφαγία έχει ξεπεράσει κάθε όριο. Μιλάνε όλοι για κάποιες λέξεις βαριές, σημαντικές, ουσιαστικές, όπως η ενσυναίσθηση, και αυτός που διαφημίζεται ως άνθρωπος με φοβερές ευαισθησίες και με φοβερή ενσυναίσθηση είναι ο ίδιος ο άνθρωπος που την επόμενη μέρα θα βγάλει όλο του το δηλητήριο για κάποιον άλλον, θα πει πράγματα σαν να τα είδε ενώ δεν τα έχει δει.
Πολύ εύκολα θα βγει δημοσίως και για λίγη δημοσιότητα θα πει τέρατα για έναν άλλον συνάνθρωπό του. Και όλα αυτά με τη μάσκα του πολύ ευαίσθητου ανθρώπου, του οποίου όμως οι πράξεις πάνε τελείως κόντρα σε όλα αυτά που έχει πει ή λέει κατά καιρούς. Πάντως, είναι σοκαριστικό το πόσο εύκολα οι άνθρωποι είναι έτοιμοι να κατασπαράξουν, να κρίνουν, να κατηγορήσουν και αυτό το έχει πολύ ξεκάθαρα σαν απογραφής του το έργο μας.
Όλη αυτή η ανθρωποφαγία για την οποία συζητάμε, σε έχει κάνει σε ένα βαθμό και πιο επιφυλακτική με τους ανθρώπους που συναντάς;
Ναι, ενώ δεν μ’ αρέσει να είμαι επιφυλακτική, δυστυχώς ναι. Έχω αρχίσει να παρατηρώ περισσότερο, να προσέχω λίγο που λέω τι, γιατί μπορώ να διαβάσω καλύτερα ότι μάλλον αυτός για να μιλάει ή να φέρεται με έναν συγκεκριμένο τρόπο, έχει κάποια στοιχεία ο χαρακτήρας του που δε μου αρέσουν ή που τα φοβάμαι.
Γενικά είναι πάρα πολύ επικίνδυνο οι άνθρωποι να βγαίνουν με τέτοια ευκολία και να είναι έτοιμοι να «σταυρώσουν» κάποιον άλλον, επειδή διάβασαν ένα σχόλιο, ή επειδή κάποιος είπε κάτι. Είναι πραγματικά τρομακτικό. Βλέπω και όλο αυτό που συμβαίνει στα social media, που λέει κάποιος κάτι και από κάτω ρίχνουν κατάρες.
Είναι αγρευτικό αν το σκεφτείς. Με πόση ευκολία μπορείς να πληκτρολογήσεις για έναν άνθρωπο που δεν ξέρεις να πεθάνει ή να πάθει κάποια αρρώστια. Είναι πολύ επικίνδυνο και φοβιστικό όλο αυτό. Υπάρχει μια αγριότητα που όσο και να θες να τη δικαιολογήσεις δεν δικαιολογείται, τουλάχιστον στα δικά μου μάτια.
Το θέατρο είναι ένας χώρος για σένα που σε κάνει να τα ξεχνάς λίγο όλα αυτά; Να νιώθεις ότι τελικά υπάρχει μια καλή πλευρά της ζωής;
Ναι, υπάρχει αυτό και υπάρχει γιατί υπάρχει κόσμος που το στηρίζει. Και λες, ότι ναι μεν υπάρχει αυτός πίσω απ’ το πληκτρολόγιο που είναι μια νοσηρή περίπτωση, αλλά υπάρχει και αυτός που θα αποφασίσει να βγει απ’ το σπίτι του, να πληρώσει εισιτήριο όσο κουρασμένος και να είναι, και έρχεται με σεβασμό να επιλέξει να σε δει. Βλέπεις ότι υπάρχει ακόμα και αυτή η μερίδα του κόσμου που επιλέγει αντί να μένει πίσω από ένα πληκτρολόγιο και να ρίχνει κατάρες, να κάνει κάτι άλλο, όπως το να δει μια παράσταση.
Η εικόνα που έχω από σένα όλα αυτά τα χρόνια είναι η εικόνα ενός ανθρώπου με πολύ φωτεινό βλέμμα. Υπάρχουν στιγμές που το περνάς κι εσύ τα δικά σου «σκοτάδια»;
Πολλές τέτοιες στιγμές. Γενικά, η φύση μου νομίζω ότι είναι αυτό που λες, είμαι ένας φωτεινός άνθρωπος. Αλλά όλο και πιο συχνά πλέον μπαίνουν σκιές. Χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια με όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας κάθε μέρα, όλα αυτά που βλέπαμε, όλα αυτά που ακούμε και μαθαίνουμε να μένουμε ανεπηρέαστοι και να είμαστε γελαστοί και χαρούμενοι. Δεν γίνεται. Υπάρχουν πάρα πολλές στιγμές, όχι απλά στιγμές και μεγάλες φάσεις που σκοτεινιάζω.
Εγώ έχω και μία υπερευαισθησία. Μπορώ πολύ εύκολα να πάθω ταύτιση. Να ταυτιστώ σε πολύ μεγάλο βαθμό με καταστάσεις και γεγονότα που κάποιος άλλος ζει. Επειδή αγαπώ πολύ τους ανθρώπους. Είναι τόσα πολλά αυτά που μπορούμε να κάνουμε για να βοηθήσουμε κάποιον. Με κάτι σχεδόν ασήμαντο για εμάς, που δε θέλει κόπο, χρόνο, έξοδα.
Αυτή την αγάπη, τη βοήθεια και το νοιάξιμο που δείχνεις εσύ για τους γύρω σου, την έχεις εισπράξει από τους άλλους;
Όχι, αλλά αυτό έχει να κάνει με το ότι δεν το ζητάω. Αν κάποιος δεν ξέρει καθόλου σε τι φάση είσαι εσύ, πώς θα σου προτείνει να σε βοηθήσει: Προσωπικά, επειδή είμαι πολύ συγκεντρωτική και οργανωτική, δε με βοηθάνε πολύ οι άλλοι. Γενικά όμως, είμαι ένας άνθρωπος που δεν ζητάει βοήθεια. Και δε το λέω για καλό. Δεν έχω μάθει να ζητάω βοήθεια.
Αυτό είναι άδικο και για τον εαυτό μας και για τους άλλους, Με το να μη ζητάς βοήθεια από τους ανθρώπους που σε αγαπάνε πραγματικά, τους στερείς τη χαρά να σε βοηθήσουν. Αυτό είναι ένα μειονέκτημά μου.
Θα επιστρέψουν όντως τα υπέροχα πλάσματα;
Ναι, ναι. Και μας λέει πολύς κόσμος πόσο το περιμένει να συμβεί. Είναι πολύ ωραίο να μπορεί κάποιος να ταυτιστεί με μια σειρά. Είναι μια σειρά που αγαπήθηκε πάρα πολύ και αυτό φάνηκε μέσα στα χρόνια. Θα έχει μεγάλο ενδιαφέρον να ξανασυναντήσω την Έλη μετά από 18 χρόνια. Είναι και ρεαλιστικές οι ηλικίες μας. Η Έλη έχει τη δική μου ηλικία. Μιλάμε για άλλες δεκαετίες που έχουν αλλάξει πολύ τα μυαλά, οι αντιλήψεις, τα πάντα. Η Αθήνα του τότε δεν έχει καμία σχέση με την Αθήνα του σήμερα.
Τα γυρίσματα έχουν ξεκινήσει;
Όχι ακόμα. Πιστεύω ότι θα ξεκινήσουν τον Φεβρουάριο. Το περιμένουμε και εμείς με μεγάλη χαρά και ανυπομονησία.
Το «ΚΕΙΚ» παίζεται κάθε: Τετάρτη στις 20.00
Πέμπτη – Παρασκευή – Σάββατο στις 21.00 και
Κυριακή στις 18.00 στο θέατρο Εμπορικόν (Σαρρή 11, Ψυρρή)
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
